χαιρησιφονώ

χαιρησιφονώ
-έω, Μ
χαίρομαι με τους φόνους, είμαι αιμοχαρής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χαίρω (πρβλ. αόρ. -χαίρησ-α) + -φονῶ (< -φονος < φόνος < θείνω), πρβλ. δολο-φονῶ].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”